Μπόιτο

Μπόιτο
(Boito). Επώνυμο οικογένειας (αδελφών) Ιταλών που διακρίθηκαν ιδιαίτερα στις τέχνες. 1. Αρίγκο (Arigo, Πάντοβα 1842 – Μιλάνο 1918). Συνθέτης, ποιητής, λιμπρετίστας, μουσικός και θεατρικός κριτικός. Υπήρξε, μαζί με τον Εμίλιο Πράγκα, από νέος, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες στη μιλανέζικη κίνηση της scapigliatura· τα ποιήματά του της περιόδου αυτής (συγκεντρωμένα αργότερα στο Βιβλίο των στίχων, 1877), μαζί με το μικρό ποίημα Βασιλιάς Αρκούδα, (1865) επιμένουν σχεδόν πάντα στην απεγνωσμένη και ρομαντική σύγκρουση μεταξύ του καλού και του κακού. Όχι τυχαία λοιπόν, ως θέμα της πρώτης του όπερας διάλεξε το αιώνιο θέμα του Φάουστ. Ο Μεφιστοφελής, για το οποίο είχε γράψει και τη μουσική και το λιμπρέτο, ανέβηκε στη σκηνή της Σκάλας του Μιλάνου το 1868. Και επειδή ο Μ. ήταν ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της βαγκνερικής μουσικής στην Ιταλία, η βραδιά της πρεμιέρας μετατράπηκε σε εκδήλωση υπέρ ή κατά της μουσικής που την εποχή εκείνη ονομαζόταν μελλοντιστική, και κατέληξε εις βάρος της όπερας, που κατέβηκε παταγωδώς. Αφού περιορίστηκε σε έκταση και ξαναδουλεύτηκε σε μεγάλο βαθμό, η όπερα σημείωσε επιτυχία στα επόμενα χρόνια και παρουσιάστηκε σε όλο τον κόσμο. Στο μεταξύ ο Μ. είχε στραφεί κυρίως προς το λιμπρέτο, γράφοντας για τους μεγαλύτερους Ιταλούς συνθέτες του καιρού του (π.χ. για τον Πονκιέλι την Τζοκόντα). Η μεγαλύτερη επιτυχία του σ’ αυτόν τον τομέα είναι το ότι παρακίνησε τον γέρο πια Βέρντι να επιστρέψει στη σκηνή, που είχε εγκαταλείψει το 1871 μετά την Αΐντα, γράφοντας γι’ αυτόν δυο υποδειγματικές διασκευές για μελόδραμα των σαιξπηρικών έργων Οθέλλος (1887) και Φάλσταφ (1893). Βασανιζόμενος διαρκώς από μια αγωνιώδη επιθυμία για το τέλειο και πάντοτε ανικανοποίητος από την εργασία του, ο Μ. πέθανε χωρίς να κατορθώσει να αποτελειώσει τη δεύτερη όπερά του Νέρων, για την οποία είχε αρχίσει να εργάζεται από την πρώτη του νεότητα. Ολοκληρωμένη από τον Τοσκανίνι παραστάθηκε μόλις το 1924, αλλά η επιτυχία που σημείωσε οφειλόταν μόνο στο όνομα του συνθέτη. Αν και δεν φτάνει την ευρηματική επιτυχία των καλύτερων σελίδων του Μεφιστοφελή, ο Νέρων αποκαλύπτει περισσότερο ίσως από τη νεανική όπερα του Μ. την αγωνία του συνθέτη να εισαγάγει στο μελόδραμα τις κατακτήσεις μιας μοντέρνας και πιο επιμελημένης μουσικής γλώσσας που συχνά ξεπηδούν από την πλούσια και λεπτού γούστου παρτιτούρα. 2. Καμίλο (Camllo, 1836 – 1914). Αρχιτέκτονας και συγγραφέας, αδελφός του μουσικοσυνθέτη (1). Ήταν ειδικός στη χρησιμοποίηση οικοδομικών υλικών με πολύ καλαίσθητο τρόπο. Μεταξύ των έργων του ξεχωρίζουν οι μεγάλες ορειχάλκινες πόρτες που κατασκευάστηκαν με βάση σχέδιά του για τον ναό του Αγίου Αντωνίου στην Πάντοβα (1895). Ο Μ. έγραψε αρκετά βιβλία που αναφέρονται στην τέχνη και στην αισθητική. Σπουδαίο σύγγραμμά του είναι μια μελέτη για την ιταλική αρχιτεκτονική από το Μεσαίωνα έως την εποχή του. Ο συνθέτης Αρίγκο Μπόιτο έγραψε περίφημα λιμπρέτα (Μιλάνο, Μουσείο της Σκάλας). Οι αδελφοί Μπόιτο έπαιξαν σημαντικό ρόλο, ο καθένας στον τομέα του, στην άνοδο της ιταλικής τέχνης. Το σπίτι ανάπαυσης μουσικών «Βέρντι» στο Μιλάνο, έργο του αρχιτέκτονα Καμέλο Μπόιτο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • καμπάνα — Κρουστό ηχητικό όργανο, που αποτελείται από ένα κοίλο σώμα με χαρακτηριστική μορφή, συνήθως από μπρούντζο (περίπου 80% χαλκό και 20% κασσίτερο, ενώ ίχνη από άλλα μέταλλα δίνουν στον ήχο της ειδικούς τόνους). Η κ. αρχίζει να δονείται παλμικά, όταν …   Dictionary of Greek

  • λιμπρέτο — (libretto). Διεθνής όρος, που υποδηλώνει το λογοτεχνικό κείμενο των λυρικών έργων, των oρατορίων και των καντατών. Η ετυμολογία του πιθανολογείται ότι προέρχεται από τις διαστάσεις του τυπογραφικού σχήματος (η ιταλική λέξη libretto είναι το… …   Dictionary of Greek

  • Βένετο — I (Veneto ή Venézia Euganea). Ιστορική και διοικητική περιφέρεια (18.365 τ. χλμ., 4.487.560 κάτ. το 2000) της ΒΑ Ιταλίας, στο ΒΑ γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας. Διοικητικά αποτελείται από επτά επαρχίες: Μπελούνο, Πάντοβα, Ροβίγκο, Τρεβίζο,… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ντούζε, Ελεονόρα — (Eleonora Duse, Βιτζεβάνο, Παβία 1858 – Πίτσμπουργκ, Πενσιλβάνια 1924). Ιταλίδα ηθοποιός. Από οικογένεια καλλιτεχνών, ακολούθησε τους γονείς της στις περιοδείες τους από τη μια επαρχιακή πόλη στην άλλη και όταν έγινε τεσσάρων ετών ανέβηκε για… …   Dictionary of Greek

  • Πονκιέλι, Αμιλκάρε — (Amilcare Ponchielli, Παντέρνο Φαζολάρο, Κρεμόνα 1834 – Μιλάνο 1886). Ιταλός συνθέτης. Πήρε το δίπλωμά του από το Ωδείο του Μιλάνου, όπου το 1880 διορίστηκε καθηγητής της σύνθεσης, και έκανε την πρώτη του εμφάνιση με την όπεραΟι μελλόνυμφοι(1856) …   Dictionary of Greek

  • Σομαρούγκα, Γκιουζέπε — (Sommaruga). Ιταλός αρχιτέκτονας (Μιλάνο 1867 1917). Ήταν μαθητής του Κάμιλου Μπόιτο στη Μπρέρα και έγινε γνωστός όταν πήρε το πρώτο βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό αρχιτεκτονικής στο Τουρίνο (1890). Ήταν τότε ήδη επαγγελματίας και είχε χτίσει το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”